παγγερμανιστής

παγγερμανιστής
ο
ο οπαδός τής θεωρίας και τής κίνησης τού παγγερμανισμού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παν-* + Γερμανός + επίθημα -ιστής. Η λ. μαρτυρείται από το 1898 στην εφημερίδα Ακρόπολις].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • παγγερμανιστής — ο ο οπαδός του παγγερμανισμού …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • γεωπολιτική — Αντίληψη που στηρίζεται σε παρερμηνευμένα δεδομένα της φυσικής και της οικονομικής γεωγραφίας για να δικαιολογήσει την επιθετική πολιτική ορισμένων κρατών. Οι οπαδοί της υποστηρίζουν τον αποφασιστικό ρόλο των φυσικογεωγραφικών συνθηκών στη ζωή… …   Dictionary of Greek

  • παγγερμανιστικός — ή, ό [παγγερμανιστής] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον παγγερμανισμό …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”